Οι θερμοκρασίες κι οι βροχές μας δείχνουν πως ήρθε ο χειμώνας. Μακριά από λουόμενους και παραθεριστές οι γονείς φέρνουν τα παιδιά τους στον όμιλο. Εκείνα με τις χειμερινές στολές και το μικρόβιο της θάλασσας στην ψυχή πέφτουν με τα σκαφάκια τους.
Παιδιά από άλλα υλικά φτιαγμένα. Που θα μείνουν ώρες στο νερό, που θα μείνουν κάτω από βροχή, που θα δεχτούν παγωμένα κύματα, με ένα μπουκαλάκι νερό, νηστικά και με μελανιασμένα χέρια. Που θα βγουν το απόγευμα ξελιγωμένα από την πείνα, μέσα στα γέλια και το κέφι.
Κι όπως τα βλέπω να ορμάνε στη θάλασσα και να χορεύουν στον αφρό με τα πανιά τους.
Έρχεται ο καφές μου και αρχίζει να ψιχαλίζει πάλι. Εμείς κι εμείς πίσω από το τζάμι. Η οικογένεια του ομίλου. Τα ξέρω όλα τα παιδιά και τα θυμάμαι ένα-ένα. Πως φοβόταν τα κύματα το ένα, πως μια μέρα έκανε πως πονούσε η κοιλιά του το άλλο για να μην πέσει, πως άκουσε για πρώτη φορά «πόδησε» το άλλο. Πως εκείνο ξεχνάει το πρόβλημα υγείας του και στο νερό γίνεται ατρόμητος καπετάνιος. Πως μια μέρα με αέρα εκείνο το μικρό έφαγε την μάτσα στο κούτελο. Πως δεν έλεγε καλά όλες τις λέξεις και στο νερό πετάει στον αφρό.
Τα ξέρω όλα ένα ένα. Έδωσαν πολύ χρόνο στη θάλασσα. Για την ακρίβεια έδωσαν όλο τον ελεύθερο χρόνο τους κι αυτόν ακόμα που δεν είχαν. Κι οι οικογένειες τους από πίσω. Κι όπως πίνω λαίμαργα τον ωραίο καφέ μου σκέφτομαι πόσα κέρδισαν. Κέρδισαν πρώτα ένα μεγάλο σπίτι. Μια δεύτερη οικογένεια στην οποία θα κόψουν την τούρτα των γενεθλίων τους, θα κάνουν μαζί τις πρώτες χαζομάρες τους, θα βοηθήσουν το ένα το άλλο σαν αδέλφια γιατί όλα είναι από το ίδιο υλικό. Κέρδισαν ένα σταθερό βήμα. Παιδάκια που ξεκίνησαν να περπατούν σαν χαμένα σε λίγο καιρό μετατρέπονται σε αθλητές. Που ξέρουν ακριβώς τι κάνουν, που πάνε και την διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσουν. Σε μια κοινωνία που όλοι παραπατούν χαμένοι λίγα λεπτά μαζί τους και σε εντυπωσιάζει αυτό το σταθερό τους βήμα.
Κέρδισαν τους ίδιους τους εαυτούς!
Κανένας στόχος δεν είναι μακρινός, καμιά προσπάθεια δεν πάει χαμένη. Και μπορώ και θέλω και προλαβαίνω και θα τα καταφέρω. Η Ιθάκη μου είναι εκεί κι εγώ φτιάχνω την ρότα μου. Το καλοκαίρι που μας πέρασε δεν υπάρχει κανένα παιδί του ομίλου που να μην έσπρωξε πιο πέρα τα όρια του.
Από το πιο μικρό που κατάφερε να τερματίσει σε αγώνα και κάνεις δεν το πίστεψε. Στα μεγαλύτερα πιο να πρωτοθαυμάσεις. Σε πανελλήνιους και διεθνείς αγώνες νίκες και μόνο νίκες.
Νίκες της ζωής, της προσπάθειας, της ομάδας και του ατόμου ταυτόχρονα.
Κι ήρθε η σειρά που έκανε κι ο όμιλος μας αγώνες. Και τους βλέπεις όλους εθελοντικά να βοηθούν! Όσο κι όπου μπορούσε ο καθένας! Και πάνω από τις δυνάμεις του. Και κανείς δεν γκρίνιαζε γιατί εγώ κι όχι αυτός! Και όλα δούλεψαν ρολόι! Και πήραμε άριστα σε όλα.
Τι έγινε Θεέ μου εδώ; Από πού κι ως πού εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι προσφέρουν όλοι, κάθε δύναμη τους σε μια προσπάθεια; Χωρίς δεν μπορώ! Χωρίς ελληνική γκρίνια; Για να μην κερδίσουν τίποτα; Στην Ελλάδα;
-«Η θάλασσα τα κάνει αυτά» μου λέει η Ελένη σαν να μου απαντά και με βγάζει από τις σκέψεις μου. -«Ποια εννοείς αυτά;» και ήμουν σίγουρος πως διάβαζε τις σκέψεις μου τόσες ώρες. -«Τα χέρια του παιδιού σου καλέ σου δείχνω πως είναι μελανιασμένα! Βγήκανε!» Α, ναι, η θάλασσα τα κάνει αυτά.